Εντείνω στα αγγλικά
Μετάφραση: εντείνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
heighten, intensify, redouble
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εντείνω
strain
- εντείνω
- υπερεντείνω
- τεντώνω
- στραγγίζω
- ζορίζω
- σουρώνω
- τονίζω
- εντείνω
- δίδω έμφαση
- εντείνω
Σχετικές λέξεις: εντείνω
επεκτείνω στα αγγλικα, επεκτείνω αγγλικα, εντείνω βικιλεξικο, εντείνω συνώνυμο, εντείνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, εντείνω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εντατικοποίηση στα αγγλικά - intensification, intensifying, intensify, intensified, stepping
- εντατικός στα αγγλικά - intense, intensive, intensified, an intensive, our intensive
- εντελώς στα αγγλικά - quite, altogether, completely, entirely, totally
- εντοιχισμένος στα αγγλικά - fitted, flush-mounted, a built, built into the wall, has a built
Τυχαίες λέξεις
Εντείνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: heighten, intensify, redouble
Μεταφράσεις: heighten, intensify, redouble