Klink στα ελληνικά

Μετάφραση: klink, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταχειρίζομαι, χερούλι, χειρίζομαι, μάνταλο, μάνδαλο, μανδάλου, σύρτη, μανδάλωσης
Klink στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • klingelen στα ελληνικά - κωδωνίζω, κουδουνίζω, κουδούνισμα, tinkle, χτυπάν
  • kliniek στα ελληνικά - κλινική, κλινικής, ιατρείο, την κλινική, κλινικές
  • klinkbout στα ελληνικά - καρφώνω, πριτσίνι, πριτσίνια, ήλου, πιρτσινιού, πιρτσίνι
  • klinken στα ελληνικά - γερός, φωνή, ήχος, υγιής, χρηστή, ακούγεται, τη χρηστή
Τυχαίες λέξεις
Klink στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταχειρίζομαι, χερούλι, χειρίζομαι, μάνταλο, μάνδαλο, μανδάλου, σύρτη, μανδάλωσης