Kwelling στα ελληνικά

Μετάφραση: kwelling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βασανίζω, βασανισμός, βασανιστήριο, μαρτύριο, μαρτυρίου, βάσανο, βασάνων
Kwelling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kwel στα ελληνικά - πηγή, εκτινάσσομαι, προέλευση, άνοιξη, αρχή, αναπηδώ, βρύση, ...
  • kwellen στα ελληνικά - βασανίζω, βασανισμός, παρενοχλώ, βασανιστήριο, μαρτύριο, μαρτυρίου, βάσανο, ...
  • kwestie στα ελληνικά - ενοχλώ, φιλονικία, ερώτημα, καυγάς, τεύχος, διαφορά, καυγαδίζω, ...
  • kwetsbaar στα ελληνικά - ευάλωτος, ευάλωτες, ευάλωτα, ευάλωτων, ευάλωτοι, ευπαθείς
Τυχαίες λέξεις
Kwelling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βασανίζω, βασανισμός, βασανιστήριο, μαρτύριο, μαρτυρίου, βάσανο, βασάνων