Lager στα ελληνικά

Μετάφραση: lager, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, στάση, έδρανο, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο
Lager στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lafhartigheid στα ελληνικά - δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
  • lafheid στα ελληνικά - δειλία, δειλίας, τη δειλία, ανανδρία, cowardice
  • lagune στα ελληνικά - λιμνοθάλασσα, λιμνοθάλασσας, λίμνη, στη λιμνοθάλασσα, λιμνοθάλασσα της
  • lak στα ελληνικά - βερνικώνω, βερνίκι, λάκα, βερνικιού, λάκας, λάκκα
Τυχαίες λέξεις
Lager στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, στάση, έδρανο, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο