Onderhandelen στα ελληνικά

Μετάφραση: onderhandelen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεραπεύω, κερνώ, κέρασμα, μεταχειρίζομαι, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται
Onderhandelen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ondergraven στα ελληνικά - ανατρέπω, υποσκάπτω, υπονομεύω, υπονομεύουν, υπονομεύσει, υπονομεύσουν, να υπονομεύσει, ...
  • ondergrond στα ελληνικά - μαγαρίζω, προσγειώνομαι, προσγειώνω, έδαφος, πάτος, γη, προσαράσσω, ...
  • onderhorig στα ελληνικά - υποδεέστερη, δευτερεύοντα, δευτερεύουσα, υπάγεται, δευτερευόντως
  • onderhoud στα ελληνικά - συνομιλία, φροντίζω, συντήρηση, φροντίδα, συνέντευξη, συντήρησης, διατήρηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Onderhandelen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεραπεύω, κερνώ, κέρασμα, μεταχειρίζομαι, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, διαπραγματευτούν, διαπραγματεύεται