Λέξη: κυκεώνας

Σχετικές λέξεις: κυκεώνας

κυκεώνας wikipedia, κυκεώνας συνταγή, κυκεώνας συνωνυμο, κυκεώνας ετυμολογία, κυκεώνας λεξικό

Συνώνυμα: κυκεώνας

χάος, ακαταστασία, αταξία, αίθουσα αξιωματικών πλοίου, φαγητό, κυκεών, σύμφυρμα, μίγμα, μπέρδεμα, συνονθύλευμα, αμηχανία, σύγχυση, απορία, παραζάλη

Μεταφράσεις: κυκεώνας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
confusion, hotpot, mess, bewilderment, farrago, jumble
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
confusión, estofado, hervidor, hotpot, estofado de, Hot Potatoes
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewirr, durcheinander, verwirrung, verwechslung, trubel, bestürzung, hotpot, Eintopf
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gâchis, confusion, trouble, cohue, tumulte, fouillis, méprise, affolement, chaos, cafouillage, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
garbuglio, soqquadro, confusione, hotpot, spezzatino, con spezzatino, spezzatino di, stufato
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
confusão, hotpot, guisado, agrádavel, cozido de, hotpot do
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwarring, verwardheid, wanorde, jachtschotel, HotPot, stoofpot, de HotPot, HotPot assortiment
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обескураженность, разброд, кавардак, волнение, бестолковщина, сумбурность, замешательство, беспорядочность, растерянность, смущение, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hotpot
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
villervalla, köttgryta, hotpot
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sekasotku, hajanaisuus, sekavuus, epäselvyys, hämmennys, mylläkkä, sekaannus, hämminki, lihalaatikko, Hotpot, ...
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hotpot
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zmatek, zaměňování, nepořádek, záměna, hotpot
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozstrój, zakłopotanie, kołowacizna, zmieszanie, anarchizm, dezorientacja, rozstrojenie, zamieszanie, niejasność, pogmatwanie, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összetévesztés, hotpot
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hotpot, usulü güveç, Hotpot'ın
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сум'яття, зніяковіння, замішання, безладдя, тушковане
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mish i shterur në lëngun e vet, hotpot
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
смущение, задушено, Hotpot
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тушанае, тушеное, тушанай
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
segiolek, kimbatus, ühepajatoit, Hotpot, Hotpoti, Liha kast
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
komešanje, konfuzija, Hotpot
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Hotpot
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
confusio
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
troškinta mėsa su bulvėmis, Hotpot
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
hotpot
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
hotpot
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
confuzie, Hotpot
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Hotpot
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zmätok, zmena, vrava, hotpot

Στατιστικά δημοτικότητας: κυκεώνας

Τυχαίες λέξεις