Producten στα ελληνικά

Μετάφραση: producten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προϊόν, παραγωγή, προϊόντα, προϊόντων, τα προϊόντα, προϊόντα που, προϊόντων που
Producten στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • produceren στα ελληνικά - προσκομίζω, δημιουργώ, παράγω, για την παραγωγή, να παράγουν, να παράγει, για να παράγει, ...
  • product στα ελληνικά - προϊόν, παραγωγή, προϊόντος, προϊόντων, του προϊόντος, το προϊόν
  • productie στα ελληνικά - παραγωγή, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
  • proef στα ελληνικά - εκδικάζω, πείραμα, προσπαθώ, πειραματίζομαι, απόπειρα, γεύομαι, ελέγχω, ...
Τυχαίες λέξεις
Producten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προϊόν, παραγωγή, προϊόντα, προϊόντων, τα προϊόντα, προϊόντα που, προϊόντων που