Reglement στα ελληνικά

Μετάφραση: reglement, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπαγορεύω, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμοί, κανονισμούς, κανονιστικές, κανονισμών, κανονιστικών
Reglement στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • registratie στα ελληνικά - εγγραφή, καταχώριση, καταχώρισης, εγγραφής, καταχώρηση
  • registreren στα ελληνικά - δίσκος, ηχογραφώ, καταγράφω, ρεκόρ, μητρώο, καταγραφή, εγγραφείτε, ...
  • reglementeren στα ελληνικά - κανονίζω, ρυθμίζουν, ρυθμίζει, ρύθμιση, ρυθμίσει, τη ρύθμιση
  • reguleren στα ελληνικά - κανονίζω, ρυθμίζουν, ρυθμίζει, ρύθμιση, ρυθμίσει, τη ρύθμιση
Τυχαίες λέξεις
Reglement στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπαγορεύω, κανονισμός, ρύθμιση, κανονισμοί, κανονισμούς, κανονιστικές, κανονισμών, κανονιστικών