Κανονισμός στα ολλανδικά

Μετάφραση: κανονισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beschikking, voorschrift, verordening, reglement, regeling, regelgeving
Κανονισμός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κανονισμός

κανονισμός τεχνολογίας σκυροδέματος, κανονισμός εργασίας, κανονισμός πολυκατοικίας, κανονισμός προμηθειών δημοσίου, κανονισμός της βουλής, κανονισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κανονισμός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κανονικά στα ολλανδικά - normaal, normaliter, normaal gesproken, doorgaans, gewoonlijk
  • κανονικός στα ολλανδικά - normaal, normale, de normale, gewone, een normale
  • καντίνα στα ολλανδικά - kantine, veldfles, kantines, de kantine, kantine van
  • καντράν στα ολλανδικά - wijzerplaat, bellen, draaien, buitenlijn, dial
Τυχαίες λέξεις
Κανονισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beschikking, voorschrift, verordening, reglement, regeling, regelgeving