Rustigheid στα ελληνικά

Μετάφραση: rustigheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιωπή, ήσυχος, σωπαίνω, νηνεμία, γαλήνιος, αταραξία, ατάραχος, σιγή, ήρεμος, ησυχασμός, ηρεμία, γαλήνη, ηρεμίας, την ηρεμία, ησυχία
Rustigheid στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rustiek στα ελληνικά - αγροτικός, χωριάτικος, ρουστίκ, αγροτικό, χωριάτικο
  • rustig στα ελληνικά - ατάραχος, ήρεμος, νηνεμία, σιωπηλός, ησυχασμός, ήσυχος, γαλήνιος, ...
  • rustverstoring στα ελληνικά - πληθώρα, ταραχή, όργιο, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, ...
  • ruw στα ελληνικά - σκληρός, ωμός, αγενής, αγροίκος, άγριος, χονδροειδής, δριμύς, ...
Τυχαίες λέξεις
Rustigheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιωπή, ήσυχος, σωπαίνω, νηνεμία, γαλήνιος, αταραξία, ατάραχος, σιγή, ήρεμος, ησυχασμός, ηρεμία, γαλήνη, ηρεμίας, την ηρεμία, ησυχία