Scheepvaart στα ελληνικά

Μετάφραση: scheepvaart, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναυτιλία, αποστολή, ναυτιλίας, Γραμματοσήμανση αλληλογραφίας, ναυτιλιακές
Scheepvaart στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • scheepsdek στα ελληνικά - κατάστρωμα, καταστρώματος, τράπουλα, γέφυρα, θάλαμο
  • scheepsromp στα ελληνικά - κέλυφος, σκάφος, κύτους, κύτος, γάστρας
  • scheermes στα ελληνικά - ξυράφι, ξυριστική μηχανή, ξυραφιού, ξυριστικής μηχανής, ξυραφάκι
  • scheerriem στα ελληνικά - ακονίζω, strop, λουρί, το λουρί, λωρί ξυραφιού
Τυχαίες λέξεις
Scheepvaart στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναυτιλία, αποστολή, ναυτιλίας, Γραμματοσήμανση αλληλογραφίας, ναυτιλιακές