Splijten στα ελληνικά

Μετάφραση: splijten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοίρα, σκίζω, διχάζω, ιδιαίτερος, χωριστός, διαιρώ, ξέσπασμα, μοιράζω, ξεσπώ, χωρίζω, διχοτομία, ξεχωριστός, σχίζω, ανοίγω, διασπούν, αποκόπτουν, διασπώνται
Splijten στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • spitsvondig στα ελληνικά - ασύλληπτος, εκλεπτυσμένος, λεπτός, φίνος, φευγαλέος, δύστροπος, στριμμένος, ...
  • spitten στα ελληνικά - τσάπα, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, σκάψει
  • splinter στα ελληνικά - σκλήθρα, αγκίδα, σχισμοειδείς, της εκτόξευσης θραυσμάτων, να θρυμματιστεί
  • split στα ελληνικά - ραγίζω, ρωγμή, ράγισμα, σχισμή, σπάζω, διαίρεση, Σπλιτ, ...
Τυχαίες λέξεις
Splijten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοίρα, σκίζω, διχάζω, ιδιαίτερος, χωριστός, διαιρώ, ξέσπασμα, μοιράζω, ξεσπώ, χωρίζω, διχοτομία, ξεχωριστός, σχίζω, ανοίγω, διασπούν, αποκόπτουν, διασπώνται