Teisteren στα ελληνικά

Μετάφραση: teisteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σουξέ, βαρώ, χτυπώ, προσβάλλω, βασανίζω, λυπώ, θλίβω, ταλαιπωρούν
Teisteren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • teil στα ελληνικά - σαπιοκάραβο, δοχείο, λεκάνη, μπολ, κύπελλο, μπωλ
  • teint στα ελληνικά - χροιά, επιδερμίδα, την επιδερμίδα, επιδερμίδας, τη χροιά
  • teken στα ελληνικά - πίνακας, απόδειξη, ένδειξη, στοιχεία, γνέφω, σύμβολο, νεύω, ...
  • tekenen στα ελληνικά - σημειώνω, νεύω, δείχνω, σήμα, βαθμός, επισημαίνω, γνέφω, ...
Τυχαίες λέξεις
Teisteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σουξέ, βαρώ, χτυπώ, προσβάλλω, βασανίζω, λυπώ, θλίβω, ταλαιπωρούν