Turkije στα ελληνικά
Μετάφραση: turkije, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάνος, γαλοπούλα, τουρκία, Τουρκία, γαλοπούλας, Τουρκίας, την Τουρκία
Μεταφράσεις
- aanstoot στα ελληνικά - αδίκημα, αδικήματος, παράβαση, παράβασης, αξιόποινη πράξη
- lapwerk στα ελληνικά - μπάλωμα, κουρελού, συνονθύλευμα, μωσαϊκό, patchwork, συρραφή
- rauw στα ελληνικά - τραχύς, χονδροειδής, ακατέργαστος, αγενής, σκληρός, πρόχειρος, ωμός, ...
- stevig στα ελληνικά - δύσκολος, γερός, στερεός, εδραίος, ακράδαντα, ουσιαστικός, εταιρία, ...
Τυχαίες λέξεις
Turkije στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάνος, γαλοπούλα, τουρκία, Τουρκία, γαλοπούλας, Τουρκίας, την Τουρκία
Μεταφράσεις: διάνος, γαλοπούλα, τουρκία, Τουρκία, γαλοπούλας, Τουρκίας, την Τουρκία