Uitermate στα ελληνικά

Μετάφραση: uitermate, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικά, ψηλά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά
Uitermate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aanschaffen στα ελληνικά - αγοράζω, αγορά, αγοράς, την αγορά, αγορές, αγορών
  • afschrift στα ελληνικά - αντιγράφω, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
  • huwelijk στα ελληνικά - παντρειά, γάμος, γάμου, γάμο, το γάμο, του γάμου
  • jammer στα ελληνικά - δυστυχώς, πάρα πολύ κακό, πάρα πολύ κακός, πολύ κακό, τόσο άσχημα, και τόσο άσχημα
Τυχαίες λέξεις
Uitermate στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικά, ψηλά, πολύ, ιδιαίτερα, άκρως, υπερβολικά