Verspreiden στα ελληνικά

Μετάφραση: verspreiden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διανέμω, απονέμω, επέκταση, διαδίδω, φουντώνω, μοιράζω, διαφημίζω, απλώνω, απλώνονται, απλωμένα, απλώνεται, διαδόθηκε έξω
Verspreiden στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aangaan στα ελληνικά - μορφή, διαμορφώνω, αρπάζω, πιάνω, μορφώνω, σχηματίζω, σχήμα, ...
  • conserveren στα ελληνικά - εξακολουθώ, διατηρώ, κρατώ, αμπάρι, διασώζω, συντηρώ, υποστηρίζω, ...
  • ontwortelen στα ελληνικά - εξολοθρεύω, εξαφανίζω, εξαλείφω, εκρίζω, ξεριζώνω, ξεριζώσουν, ξεριζώσει, ...
  • opperen στα ελληνικά - εκφράζω, συμβουλεύω, διατυπώνω, συνιστώ, προτείνω, συζητήσιμος, ανακινώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Verspreiden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διανέμω, απονέμω, επέκταση, διαδίδω, φουντώνω, μοιράζω, διαφημίζω, απλώνω, απλώνονται, απλωμένα, απλώνεται, διαδόθηκε έξω