Vreemdeling στα ελληνικά

Μετάφραση: vreemdeling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξωτικός, περίεργος, παράξενος, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων
Vreemdeling στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bestemming στα ελληνικά - κατανομή, καταμερισμός, κλήρος, μοίρα, ειμαρμένη, πεπρωμένο, προορισμός, ...
  • gevangenis στα ελληνικά - φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
  • handeldrijven στα ελληνικά - διαπραγματεύομαι, εμπορία, διαπραγμάτευση, συναλλαγών, εμπορίας, διαπραγμάτευσης
  • hen στα ελληνικά - κότα, τους, τα, τις, να, αυτά
Τυχαίες λέξεις
Vreemdeling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξωτικός, περίεργος, παράξενος, εξωγήινος, ξένος, αλλοδαπός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων