Vrijspraak στα ελληνικά
Μετάφραση: vrijspraak, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφεση, αθώωση, απαλλαγή, αθώωσης, αθωωτική, αθώωσή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baaierd στα ελληνικά - χάος, το χάος, χάους, του χάους, χάος που
- faam στα ελληνικά - φημολογία, φήμη, διάδοση, Δόξα, τη φήμη, φήμης, η φήμη
- fiks στα ελληνικά - δυνατός, Fiks
- stappen στα ελληνικά - βήμα, φόρα, βηματίζω, δρασκελιά, τσαλαπατώ, διάβημα, ρυθμός, ...
Τυχαίες λέξεις
Vrijspraak στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφεση, αθώωση, απαλλαγή, αθώωσης, αθωωτική, αθώωσή
Μεταφράσεις: άφεση, αθώωση, απαλλαγή, αθώωσης, αθωωτική, αθώωσή