Λέξη: εξομοιώνω
Σχετικές λέξεις: εξομοιώνω
εξομοιώνω αντιθετο, αφομοιώνω συνώνυμο
Μεταφράσεις: εξομοιώνω
εξομοιώνω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assimilate, Scarves, simulates, Simulate, assimilates, assimilated
εξομοιώνω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asimilar, Bufandas, Pañuelos, Bufanda, Scarves, las bufandas
εξομοιώνω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anpassen, assimilieren, Schals, Tücher, Schal, Halstücher
εξομοιώνω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
assimilons, assimilent, assimiler, assimilez, résorber, phagocyter, Echarpes, foulards, Écharpes, des foulards, des écharpes
εξομοιώνω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assimilare, Sciarpe, foulard, Scarves, sciarpa, delle sciarpe
εξομοιώνω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
assimilar, cachecóis, lenços, scarves, lenços de, Echarpes
εξομοιώνω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwerken, assimileren, sjaals, shawls, Sjaal, Scarves, Schal
εξομοιώνω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
приравнять, ассимилировать, освоить, поглощать, сравнивать, уподоблять, усваивать, усвоить, ассимилироваться, шарфы, шарфов, Scarves, шарф
εξομοιώνω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skjerf, Scarves, sjal
εξομοιώνω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Halsduk, Scarfar, halsdukar, Scarves, Scarfs
εξομοιώνω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sulautua, omaksua, Huivi, Huivit, kaulaliinat, Huivi Laukut, huiveja
εξομοιώνω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Tørklæder, Halstørklæder, tørklæde, Scarves
εξομοιώνω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vstřebat, asimilovat, přizpůsobit, Šátky, Šály, šátků, šátek, šál
εξομοιώνω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
upodabniać, pochłaniać, wchłaniać, przyswajać, asymilować, zasymilować, szaliki, szale, chusty, szalików, Scarves
εξομοιώνω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sálak, sál, Scarves, kendők
εξομοιώνω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uydurmak, Atkılar, eşarp, Eşarplar, Scarves, Fularlar
εξομοιώνω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прирівнювати, засвоїти, порівнювати, прирівняти, Шарфи, Шарфи Шкарпетки
εξομοιώνω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shalle, shalle të, shami, shamive
εξομοιώνω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Шалове
εξομοιώνω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шалікі, шарфы
εξομοιώνω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
assimileerima, omastama, Sallid, kaelarätikud, rätikud, ja kaelarätikud, salle
εξομοιώνω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
apsorbirati, šalovi, šalove, marame, Rupci, šalova
εξομοιώνω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Treflar, klútar, Scarves, trefla
εξομοιώνω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Šalikai, kaklaskarės, Šilkinės kaklaskarės, šalikus, scarves
εξομοιώνω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
šalles, lakati, kaklauti, Zīda šalles
εξομοιώνω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
марами, шалови, шамии, шала, марамите
εξομοιώνω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Baticuri, Baticuri din, eșarfe, Esarfe, Eșarfe de
εξομοιώνω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
šali, rute, ogrinjala, ovratne rute, šale
εξομοιώνω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
šatky, šatkami
Τυχαίες λέξεις