Waarneming στα ελληνικά

Μετάφραση: waarneming, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθησης, την παρατήρηση
Waarneming στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aanhangwagen στα ελληνικά - νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
  • afschuw στα ελληνικά - σίχαμα, αηδία, απέχθεια, φρίκη, τρόμου, φρίκης, τρόμο, ...
  • excuus στα ελληνικά - αφορμή, δικαιολογία, συγχωρώ, συγνώμη, δικαιολογία για, πρόσχημα, πρόφαση
  • onthalen στα ελληνικά - φιλοξενώ, συμποσιάζω, ευωχώ, regale, τέρπω
Τυχαίες λέξεις
Waarneming στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακολούθηση, παρατηρητικότητα, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθησης, την παρατήρηση