Wees στα ελληνικά

Μετάφραση: wees, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά
Wees στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • attisch στα ελληνικά - σοφίτα, αττικός, αττική, αττικό, αττικού
  • bruut στα ελληνικά - σκληρός, τραχύς, άγριος, δριμύς, κτήνος, κτηνώδης, ωμής, ...
  • ongerept στα ελληνικά - παρθένος, παρθένα, παρθένες, ολοκαίνουριο, άριστη, τα παρθένα
  • stookmateriaal στα ελληνικά - καύσιμο, καύσιμα, τροφοδοτώ, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Wees στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορφανός, ορφανό, ορφανού, ορφανά, ορφανών, τα ορφανά