Ορφανός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ορφανός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
weesjongen, ouderloos, wees, weeskind, verweesde, verweesd, orphan
Ορφανός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορφανός

ορφανός δήμαρχος αλίμου, ορφανός ποτάμι, ορφανός αλιμος, ορφανός θάνος, ορφανός γιώργος, ορφανός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ορφανός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ορυχείο στα ολλανδικά - valkuil, steengroeve, val, groef, kuil, gracht, groeve, ...
  • ορφανοτροφείο στα ολλανδικά - weeshuis, kindertehuis, tehuis, weeshuis te, het weeshuis
  • ορχήστρα στα ολλανδικά - muziekkorps, orkest, band, Orchestra, Bezetting, Concertmuziek, orkestbezetting
  • οσμή στα ολλανδικά - luchtje, ruiken, reuk, parfum, geur, aroma, lucht, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορφανός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: weesjongen, ouderloos, wees, weeskind, verweesde, verweesd, orphan