Wraken στα ελληνικά

Μετάφραση: wraken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιπλήττω, κατσαδιάζω, επίπληξη, πρόκληση, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για
Wraken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beproeven στα ελληνικά - προσπάθεια, δοκίμια, εξετάζω, θρηνώ, πενθώ, δοκιμάζω, θλίβομαι, ...
  • beschrijving στα ελληνικά - περιγραφή, περιγραφής, περιγραφη, την περιγραφή
  • openen στα ελληνικά - εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοιχτός, ανοίγω, για να ανοίξετε, να ανοίξει, για να ανοίξει, ...
  • schot στα ελληνικά - πυροβολισμός, σκάγια, πυροβολώ, πυροβόλησα, βολή, shot, πυροβολισμό, ...
Τυχαίες λέξεις
Wraken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιπλήττω, κατσαδιάζω, επίπληξη, πρόκληση, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για