Ízlelés στα ελληνικά
Μετάφραση: ízlelés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γούστο, γεύση, γεύομαι, δοκιμάζοντας, γευσιγνωσία, γευσιγνωσίας, γεύσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alapítvány στα ελληνικά - χάρισμα, προικοδότηση, θεμέλια, θεμέλιο, ίδρυμα, θεμελίωση, Ιδρύματος
- infláció στα ελληνικά - πληθωρισμός, πληθωρισμού, πληθωρισμό, τον πληθωρισμό, του πληθωρισμού
- megvásárolható στα ελληνικά - αγοράσιμος, αγοραστούν, να αγοραστούν, κατόπιν αγοράς, μπορούν να αγοραστούν
- merészen στα ελληνικά - γενναία, θαρραλέα, τολμηρά, τόλμη, με τόλμη, θάρρος
Τυχαίες λέξεις
Ízlelés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γούστο, γεύση, γεύομαι, δοκιμάζοντας, γευσιγνωσία, γευσιγνωσίας, γεύσης
Μεταφράσεις: γούστο, γεύση, γεύομαι, δοκιμάζοντας, γευσιγνωσία, γευσιγνωσίας, γεύσης