Bizonyosság στα ελληνικά
Μετάφραση: bizonyosság, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιγουριά, διαβεβαίωση, εγγύηση, βεβαιότητα, δικαίου, ασφάλεια, του δικαίου, ασφάλειας
Μεταφράσεις
- bizonyos στα ελληνικά - διαυγής, εναργής, ελευθερώνω, έκδηλος, μερικοί, περίπου, μερικά, ...
- bizonyosan στα ελληνικά - ασφαλώς, βεβαίως, βέβαια, σίγουρα, assuredly
- bizonyság στα ελληνικά - κατάθεση, μαρτυρία, μαρτυρίες, μαρτυρίας, κατάθεσή
- bizonytalankodó στα ελληνικά - διστακτικός, διστακτικοί, διστακτική, διστάζουν, διστακτικό
Τυχαίες λέξεις
Bizonyosság στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιγουριά, διαβεβαίωση, εγγύηση, βεβαιότητα, δικαίου, ασφάλεια, του δικαίου, ασφάλειας
Μεταφράσεις: σιγουριά, διαβεβαίωση, εγγύηση, βεβαιότητα, δικαίου, ασφάλεια, του δικαίου, ασφάλειας