Bot στα ελληνικά
Μετάφραση: bot, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παλούκι, πάσσαλος, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boszorkány στα ελληνικά - μάγισσα, μαγισσών, μάγισσας, μάγισσα που
- boszorkányság στα ελληνικά - ιατρική, φάρμακο, μαγεία, μαγείας, witchcraft, τη μαγεία, η μαγεία
- botanika στα ελληνικά - βοτανική, βοτανικής, η βοτανική, της βοτανικής, βοτανολογία
- botanikus στα ελληνικά - βοτανικός, βοτανική, βοτανικό, βοτανικής, βοτανικούς
Τυχαίες λέξεις
Bot στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παλούκι, πάσσαλος, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
Μεταφράσεις: παλούκι, πάσσαλος, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί