Λέξη: απειλή

Συνώνυμα: απειλή

εξαναγκασμός, περιορισμός, φυλάκιση, φοβερά

Μεταφράσεις: απειλή

απειλή στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
threat, threatening, menace, a threat, threat of

απειλή στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amenaza, amago, amenazas, la amenaza, peligro, amenaza de

απειλή στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bedrohung, androhung, drohung, Bedrohung, Gefahr, Drohung, Bedrohungs, bedroht

απειλή στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
menacer, menace, menaces, la menace, danger, risque

απειλή στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
minaccia, minacce, pericolo, rischio, la minaccia

απειλή στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
enfiar, linha, arremesso, ameaça, ameaças, risco, ameaça de, perigo

απειλή στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dreigement, bedreiging, dreiging, gevaar, bedreigd

απειλή στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
угроза, устрашение, опасность, угрозу, угрозы, угрозой

απειλή στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
trussel, trusselen, trussel mot, fare

απειλή στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hot, hotelse, hotet, hot mot, risk

απειλή στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
uhkaus, kauhu, uhka, uhkaa, uhan, uhkan

απειλή στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
trussel, truslen, fare, trussel mod, trusler

απειλή στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ohrožení, hrozit, hrozba, pohrůžka, hrozbou, hrozbu, hrozeb

απειλή στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pogróżka, zagrożenie, groźba, zagrożeniem, zagrożenia, zagrożeń

απειλή στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fenyegetés, veszélyt, fenyegetést, veszély, veszélye

απειλή στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gözdağı, tehdit, tehdidi, bir tehdit, tehlike, tehdidin

απειλή στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
погроза, загроза, загрозу

απειλή στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kërcënim, kërcënimi, rrezik, kërcënim i, rreziku

απειλή στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
угроза, заплаха, опасност, заплахата, заплахи

απειλή στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пагроза

απειλή στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hädaoht, ähvardus, oht, ohtu, ohu, ohuks, ohustab

απειλή στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prijetnja, prijete, opasnost, prijetnju, prijetnje, prijetnji

απειλή στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hótun, ógn, ógnun, ógnin, hættan

απειλή στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
grėsmė, grėsmę, grėsmės, pavojus, grėsme

απειλή στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
draudi, traucēklis, draudus, drauds, draudu, apdraud

απειλή στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
закана, опасност, заканата, закани, закана за

απειλή στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ameninţare, amenințare, amenintare, pericol, amenințări, amenințarea

απειλή στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
grožnja, grožnje, grožnjo, nevarnost, ogroža

απειλή στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hrozba, ohrozenia, ohrozenie, ohrozeniu, ohrození, hrozby

Στατιστικά δημοτικότητας: απειλή

Τυχαίες λέξεις