Fejlesztés στα ελληνικά

Μετάφραση: fejlesztés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξάπλωση, διαστολή, ανάπτυξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, εξέλιξη, της ανάπτυξης
Fejlesztés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fejfa στα ελληνικά - ταφόπετρα, ταφόπλακα, επιτύμβια στήλη, επιτύμβια, ταφόπετρας
  • fejlemény στα ελληνικά - όγκος, ανάπτυξη, εξελίξεις, εξελίξεων, οι εξελίξεις, τις εξελίξεις, εξέλιξη
  • fejletlenség στα ελληνικά - ανωριμότητα, υπανάπτυξη, Η υπανάπτυξη, υπανάπτυξης, της υπανάπτυξης, την υπανάπτυξη
  • fejlettség στα ελληνικά - ανάδειξη, ανάπτυξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, εξέλιξη, της ανάπτυξης
Τυχαίες λέξεις
Fejlesztés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξάπλωση, διαστολή, ανάπτυξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, εξέλιξη, της ανάπτυξης