Iker στα ελληνικά
Μετάφραση: iker, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διπλασιάζω, σωσίας, διπλός, δίδυμο, δίδυμος, μονά, δύο μονά, twin
Μεταφράσεις
- ijedt στα ελληνικά - τρομακτικός, έντρομος, φοβισμένη, φοβισμένοι, φοβούνται, φοβισμένος
- ijedtség στα ελληνικά - στροφή, στρίβω, σειρά, σκιάχτρο, τρομάρα, φόβος, τρόμο, ...
- ikergyermek στα ελληνικά - δίδυμο, δίδυμος, μονά, δύο μονά, twin
- ikertestvér στα ελληνικά - Ο δίδυμος αδερφός, δίδυμο αδελφό, ο δίδυμος αδελφός, τον δίδυμο αδελφό, το δίδυμο αδελφό
Τυχαίες λέξεις
Iker στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διπλασιάζω, σωσίας, διπλός, δίδυμο, δίδυμος, μονά, δύο μονά, twin
Μεταφράσεις: διπλασιάζω, σωσίας, διπλός, δίδυμο, δίδυμος, μονά, δύο μονά, twin