Intervallum στα ελληνικά
Μετάφραση: intervallum, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάλειμμα, διάστημα, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- interpretáció στα ελληνικά - μετάφραση, ερμηνεία, ερμηνείας, την ερμηνεία, διερμηνεία, διερμηνείας
- interpretálás στα ελληνικά - μετάφραση, ερμηνεία, Διερμηνεία, Διερμηνείας, Η Διερμηνεία, της ερμηνείας
- intim στα ελληνικά - εξοικειωμένος, οικείος, οικεία, οικείο, στενή, φιλόξενο
- intonáció στα ελληνικά - διαμόρφωση, διαφοροποίησης, διαφοροποίηση, διαμόρφωσης, ρύθμιση
Τυχαίες λέξεις
Intervallum στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάλειμμα, διάστημα, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα
Μεταφράσεις: διάλειμμα, διάστημα, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα