Kapcsolódás στα ελληνικά
Μετάφραση: kapcsolódás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινός, γόμφος, κοψίδι, άρθρωση, σύνδεση, σύνδεσης, δεσμός, διασύνδεση, δεσμού
Μεταφράσεις
- kapcsolat στα ελληνικά - σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση
- kapcsolás στα ελληνικά - κοινός, γόμφος, κοψίδι, άρθρωση, Αλλαγή, Εναλλαγή, Ενεργοποίηση, ...
- kapcsolódó στα ελληνικά - άρθρωση, γόμφος, κοινός, κοψίδι, συναφή, συναφείς, σχετικών, ...
- kapcsolóhorog στα ελληνικά - άγκιστρο, γάντζος, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
Τυχαίες λέξεις
Kapcsolódás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινός, γόμφος, κοψίδι, άρθρωση, σύνδεση, σύνδεσης, δεσμός, διασύνδεση, δεσμού
Μεταφράσεις: κοινός, γόμφος, κοψίδι, άρθρωση, σύνδεση, σύνδεσης, δεσμός, διασύνδεση, δεσμού