Kiáltó στα ελληνικά
Μετάφραση: kiáltó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλάψιμο, κλάμα, επιφωνηματικός, επιφωνηματικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kiáltvány στα ελληνικά - διάγγελμα, προκήρυξη, μανιφέστο, μανιφέστου, το μανιφέστο, μανιφέστο που
- kiáltás στα ελληνικά - φωνάζω, κλαίω, κραυγή, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
- kiáradás στα ελληνικά - ξέσπασμα, εκδήλωση, έκρηξη, εκροή, εκροής, εκροών, εκροές, ...
- kiáramlás στα ελληνικά - εκροή, εκροής, την εκροή, αποβολής, η εκροή
Τυχαίες λέξεις
Kiáltó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλάψιμο, κλάμα, επιφωνηματικός, επιφωνηματικές
Μεταφράσεις: κλάψιμο, κλάμα, επιφωνηματικός, επιφωνηματικές