Κλάμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: κλάμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
síró, kiáltó, kiáltás, sírni, kiáltása, kiáltást, sír
Κλάμα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλάμα

κλάμα ή κλάμα, κλάμα μπούκουρα, κλάμα μερκελ, κλάμα γαλής, κλάμα βουλή, κλάμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κλάμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κιτρινωπός στα ουγγρικά - sárgás, sárgás színű, sárgásfehér, sárga
  • κλάδος στα ουγγρικά - ág, ága, fióktelep, ágazati, ágazat
  • κλάπα στα ουγγρικά - zsanér, forgópánt, szemellenző, irányjelzői, szemellenzőt, irányjelzőket, megvilágítását
  • κλάση στα ουγγρικά - tanfolyam, tanóra, évfolyam, korosztály, óra, osztály, osztályú, ...
Τυχαίες λέξεις
Κλάμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: síró, kiáltó, kiáltás, sírni, kiáltása, kiáltást, sír