Kivételes στα ελληνικά

Μετάφραση: kivételes, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες
Kivételes στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kivégzés στα ελληνικά - εκτέλεση, εκτέλεσης, την εκτέλεση, εκτέλεσή, υλοποίηση
  • kivétel στα ελληνικά - εξαίρεση, εκτός, εξαιρουμένων, πλην, εξαίρεσης
  • kivételesen στα ελληνικά - ασυνήθιστα, κατ 'εξαίρεση,, εξαιρετικά, εξαίρεση
  • kivéve στα ελληνικά - εκτός, εκτός από, εξαίρεση, με εξαίρεση
Τυχαίες λέξεις
Kivételes στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, εξαιρετικές, εξαιρετική, εξαιρετικών, έκτακτες