Lefolyás στα ελληνικά
Μετάφραση: lefolyás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διενέργεια, ενέργεια, απορροή, απορροής, η απορροή, την απορροή, απορροών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lefogyott στα ελληνικά - γέρνω, άπαχος, ακουμπώ, κλίνω, χάσει βάρος, έχασαν βάρος, έχασε το βάρος, ...
- lefokozás στα ελληνικά - προτομή, υποβιβασμός, υποβιβασμό, υποβιβασμού, του υποβιβασμού, τον υποβιβασμό
- legalitás στα ελληνικά - νομιμότητα, νομιμότητας, νομιμοποίηση, νομιμοποίησης, νομιμότητά
Τυχαίες λέξεις
Lefolyás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διενέργεια, ενέργεια, απορροή, απορροής, η απορροή, την απορροή, απορροών
Μεταφράσεις: διενέργεια, ενέργεια, απορροή, απορροής, η απορροή, την απορροή, απορροών