Mérlegrúd στα ελληνικά
Μετάφραση: mérlegrúd, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοκός, αχτίδα, καδρόνι, δοκού ισορροπίας, ακτίνα ισορροπίας, ισοζυγιστή, δοκό ισορροπίας, δοκός ισορροπίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mérlegnyelv στα ελληνικά - βέργα, δείκτης, Υπόλοιπο, Ισορροπία, Balance, Ισοζύγιο, ισοζυγίου
- mérlegpálca στα ελληνικά - ευρετήριο, μπαστούνια, ραβδιά, sticks, ράβδοι, ράβδους
- mérlegállás στα ελληνικά - αραβούργημα, Arabesque, αραμπέσκ, αραβουργήματα, αραβουργικών
- mérnök στα ελληνικά - μηχανικός, μηχανεύομαι, μηχανικού, μηχανικό, μηχανής, μηχανικοί
Τυχαίες λέξεις
Mérlegrúd στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοκός, αχτίδα, καδρόνι, δοκού ισορροπίας, ακτίνα ισορροπίας, ισοζυγιστή, δοκό ισορροπίας, δοκός ισορροπίας
Μεταφράσεις: δοκός, αχτίδα, καδρόνι, δοκού ισορροπίας, ακτίνα ισορροπίας, ισοζυγιστή, δοκό ισορροπίας, δοκός ισορροπίας