Menlevél στα ελληνικά
Μετάφραση: menlevél, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστασία, ασφαλή, ασφαλούς, χρηματοκιβώτιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- menhely στα ελληνικά - ασυλία, άσυλο, καταφύγιο, Refuge, Καταφυγίου, αποτελούν Καταφύγιο, αποτελεί Καταφύγιο
- meniszkusz στα ελληνικά - μηνίσκος, μηνίσκου, μηνίσκο, του μηνίσκου
- menny στα ελληνικά - ουρανός, παράδεισος, ουρανό, ουρανού, τον ουρανό
- mennybemenetel στα ελληνικά - ανάβαση, ανάληψη, Αναλήψεως, Ανάληψης, της Αναλήψεως
Τυχαίες λέξεις
Menlevél στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστασία, ασφαλή, ασφαλούς, χρηματοκιβώτιο
Μεταφράσεις: προστασία, ασφαλή, ασφαλούς, χρηματοκιβώτιο