Pozíció στα ελληνικά

Μετάφραση: pozíció, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέση, τοποθεσία, τοποθετώ, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση
Pozíció στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elfelejtés στα ελληνικά - λήθη, λησμονιά, αμνησία, λησμοσύνη, λήθης, λησμονιάς
  • eredetiség στα ελληνικά - πρωτοτυπία, πρωτοτυπίας, την πρωτοτυπία, η πρωτοτυπία, αυθεντικότητα
  • földsánc στα ελληνικά - ανάχωμα, όχθη, τράπεζα, έπαλξη, προπύργιο, προμαχώνα, προμαχώνας, ...
  • málna στα ελληνικά - βατόμουρο, σμέουρα, τα σμέουρα, σμέουρων, βατόμουρα, σμέουρα που
Τυχαίες λέξεις
Pozíció στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέση, τοποθεσία, τοποθετώ, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση