Λέξη: φιλοπερίεργος

Σχετικές λέξεις: φιλοπερίεργος

φιλοπερίεργος σημασια

Συνώνυμα: φιλοπερίεργος

περίεργος, διακριτός, ενοχλητικά πρόθυμος, ειδησιολογικός, γεμάτος ειδήσεις, κουσκουσούρης, αλλοτριοπραγμών, εξεταστικός

Μεταφράσεις: φιλοπερίεργος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
inquiring, snoopy, inquisitive, nosy, newsy, quidnunc
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
snoopy, de Snoopy, Snoopy de, Snoopy del, Entrometido
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fragend, anfragend, snoopy
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
spéculatif, enchérissant, interrogateur, snoopy, de Snoopy
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
snoopy, di Snoopy, Snoopy della, snoopy di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
snoopy, o Snoopy, de snoopy, do Snoopy
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
snoopy, van Snoopy, het snoopy
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вопрошающий, пытливый, любознательный, вопросительный, Snoopy, Снупи, Излишне любопытный
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
snoopy
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
snoopy, Snobben, Nyfiken, Snobbens
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
Snoopy, Ressu, Snoopyn
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
snoopy, Nuser, af Snoopy
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tázavý, bádavý, snoopy
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
badawczy, dociekliwy, snoopy, Snoopiego
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
Snoopy, a Snoopy
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meraklı, snoopy, Asterix, Ürünler snoopy
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
довідки, Snoopy
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
snoopy
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Снупи, Snoopy, на Снупи
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Snoopy
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
järelepärimine, küsitlus, uuriv, snoopy
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
Snoopy
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Snoopy
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
landus, Snoopy, įkyrus
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
snoopy
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Снупи, Snoopy
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Snoopy, bagareti, Snoopy a
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
snoopy
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tápavý, snoopy
Τυχαίες λέξεις