Súly στα ελληνικά
Μετάφραση: súly, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπηδώ, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- görbítés στα ελληνικά - στημόνι, στημονιού, στρέβλωσης, του στημονιού, στήμονες
- ingatagság στα ελληνικά - αστάθεια, fickleness, την αστάθεια, το fickleness, την αστάθεια του
- megtanulás στα ελληνικά - μαθαίνω, μάθουν, μάθετε, να μάθουν, μάθει
- naivság στα ελληνικά - αθωότητα, αθωότητας, αθωότητά, την αθωότητά, την αθωότητα
Τυχαίες λέξεις
Súly στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπηδώ, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
Μεταφράσεις: αναπηδώ, βάρος, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους