Telt στα ελληνικά
Μετάφραση: telt, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφαντός, παχουλός, γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akármilyen στα ελληνικά - καθόλου, ανεξαρτήτως, ανεξάρτητα από, ανεξάρτητα, όποια και αν είναι, όποια και αν
- félsziget στα ελληνικά - χερσόνησος, χερσόνησο, χερσονήσου, χερσόνησο της, χερσόνησο του
- hajlíthatóság στα ελληνικά - ευλυγισία, ευκαμψία, ολκιμότητα, πλαστιμότητας, πλαστιμότητα, ελατότητα, ολκιμότητας
- megölés στα ελληνικά - φόνος, θανάτωση, δολοφονία, θανάτωσης, τη θανάτωση
Τυχαίες λέξεις
Telt στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφαντός, παχουλός, γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
Μεταφράσεις: τροφαντός, παχουλός, γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες