Τροφαντός στα ουγγρικά
Μετάφραση: τροφαντός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
telt, kövér, trofantos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφαντός
τροφαντός συνώνυμα, τροφαντός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τροφαντός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- τροπόσφαιρα στα ουγγρικά - troposzféra, troposzférában, troposzférát, troposzférába
- τροφή στα ουγγρικά - táplálék, élelmiszer, étel, élelmiszerek, élelmiszeripari
- τροφικός στα ουγγρικά - tápláló, nutritív, tápértéket, a tápértéket, tápanyagréteget
- τροφοδοσία στα ουγγρικά - ellátás, vendéglátás, vendéglátó, vendéglátóipari
Τυχαίες λέξεις
Τροφαντός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: telt, kövér, trofantos
Μεταφράσεις: telt, kövér, trofantos