Védettség στα ελληνικά

Μετάφραση: védettség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστασία, ασυλία, ανοσία, ασυλίας, ανοσίας, την ασυλία
Védettség στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adó στα ελληνικά - δασμοί, καθήκον, φόρος, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
  • napszám στα ελληνικά - Εργατική Πρωτομαγιά, Εργατικής Ημέρας, μεροκάματου
  • nosztalgia στα ελληνικά - νοσταλγία, νοσταλγίας, τη νοσταλγία, η νοσταλγία, της νοσταλγίας
  • növés στα ελληνικά - ανάστημα, αναστήματος, κύρος, το ανάστημα, κύρους
Τυχαίες λέξεις
Védettség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστασία, ασυλία, ανοσία, ασυλίας, ανοσίας, την ασυλία