Абсолютний στα ελληνικά
Μετάφραση: абсолютний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκέτος, γυμνός, απόλυτος, απόλυτη, απόλυτο, απόλυτης, απόλυτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- абсентеїзм στα ελληνικά - απουσίες, απουσιών, συχνών απουσιών, των απουσιών, απουσίας από
- абсолютист στα ελληνικά - απολυταρχικός, απολυταρχικό, απολυταρχική, απολυταρχίας, απολυταρχικές
- абсолютно στα ελληνικά - απολύτως, τελείως, εντελώς, πλήρως, πλήρη
- абсорбент στα ελληνικά - απορροφητικός, απορροφητικό, απορροφητικού, απορροφητικά, απορροφητική, απορροφητικών
Τυχαίες λέξεις
Абсолютний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκέτος, γυμνός, απόλυτος, απόλυτη, απόλυτο, απόλυτης, απόλυτες
Μεταφράσεις: σκέτος, γυμνός, απόλυτος, απόλυτη, απόλυτο, απόλυτης, απόλυτες