Автоматизація στα ελληνικά
Μετάφραση: автоматизація, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автократія στα ελληνικά - αυτοκρατορία, απολυταρχία, απολυταρχίας, μονοκρατορία, αυταρχισμό, την απολυταρχία
- автомат στα ελληνικά - αυτόματο, αυτόματου, automaton, αυτομάτου, αυτόματο που
- автоматизм στα ελληνικά - αυτοματισμό, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματισμούς, αυτοματισμών
- автоматизувати στα ελληνικά - αυτοματοποιώ, αυτοματοποιήσει, την αυτοματοποίηση, αυτοματοποιήσουν, αυτοματοποιούν, αυτοματοποίηση των
Τυχαίες λέξεις
Автоматизація στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση
Μεταφράσεις: αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση