Безкінечний στα ελληνικά
Μετάφραση: безкінечний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδελεχής, παντοτινός, άπειρος, άπειρη, άπειρο, άπειρες, άπειρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безкрайній στα ελληνικά - απεριόριστος, απεριόριστες, απεριόριστη, απεριόριστο, απεριόριστης
- безкраїсть στα ελληνικά - αιωνιότητα, άπειρο, bezkrayist
- безладдя στα ελληνικά - αταξία, ανάφλεξη, ακαταστασία, κυκεώνας, πάθηση, σύγχυση, καύση, ...
- безладний στα ελληνικά - χαώδης, λίγο, άτακτος, μικρός, ακατάστατος, άτακτα, άτακτη, ...
Τυχαίες λέξεις
Безкінечний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδελεχής, παντοτινός, άπειρος, άπειρη, άπειρο, άπειρες, άπειρα
Μεταφράσεις: ενδελεχής, παντοτινός, άπειρος, άπειρη, άπειρο, άπειρες, άπειρα