Бенкетувати στα ελληνικά

Μετάφραση: бенкетувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπόσιο, πανδαισία, γιορτή, πανηγύρι, γιορτής, γλέντι, εορτή
Бенкетувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бенкет στα ελληνικά - συμπόσιο, ευωχούμαι, πανδαισία, πανηγύρι, γιορτή, γιορτής, γλέντι, ...
  • бенкетування στα ελληνικά - γλέντι, συμποσίου, εορτασμού, γλέντια, συμπόσιο
  • бенкетуючі στα ελληνικά - Piruyuschie
  • бентеження στα ελληνικά - σύγχυση, συγχύσεως, σύγχυσης, η σύγχυση, τη σύγχυση
Τυχαίες λέξεις
Бенкетувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπόσιο, πανδαισία, γιορτή, πανηγύρι, γιορτής, γλέντι, εορτή