Близький στα ελληνικά

Μετάφραση: близький, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόχειρος, συγγενικός, εύχρηστος, συγγενής, κοντά, κοντά σε, κοντά στο, εγγύς, πλησίον
Близький στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • близнюк στα ελληνικά - δίδυμο, δίδυμος, μονά, δύο μονά, twin
  • близнята στα ελληνικά - δίδυμα, διδύμων, τα δίδυμα, δίδυμοι, δίδυμες
  • близько στα ελληνικά - παραλίγο, σχεδόν, περίπου, σχετικά με, για, σχετικά, για το
  • близько-близько στα ελληνικά - παραλίγο, σχεδόν, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Τυχαίες λέξεις
Близький στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόχειρος, συγγενικός, εύχρηστος, συγγενής, κοντά, κοντά σε, κοντά στο, εγγύς, πλησίον