Συγγενικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: συγγενικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відноситися, ставитись, рідний, споріднений, близький, акин, відноситись, розповісти, реляційний
Συγγενικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγγενικός

συγγενικός μεταφραση, συγγενικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συγγενικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • στύλος στα ουκρανικά - титул, фасон, грабування, гравірувати, стиль, після, по
  • συγγενής στα ουκρανικά - зв'язок, ставлення, обертальний, близький, рідний, поєднання, споріднений, ...
  • συγγνωστός στα ουκρανικά - простимий, вибачився, перепросив, попросив, попросив вибачення
  • συγγνώμη στα ουκρανικά - смутний, хворий, простите, похмурий, простіть, помилування, прощення
Τυχαίες λέξεις
Συγγενικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відноситися, ставитись, рідний, споріднений, близький, акин, відноситись, розповісти, реляційний