Борсук στα ελληνικά
Μετάφραση: борсук, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασβός, παρενοχλώ, ασβού, badger, ασβών, ασβό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- борсатись στα ελληνικά - παραπαίω, παραδέρνω, πλευρονήκτης, χωματίδα, καλκάνι, αφορά τη χωματίδα, τη χωματίδα
- борсатися στα ελληνικά - πλευρονήκτης, χωματίδα, καλκάνι, αφορά τη χωματίδα, τη χωματίδα
- борт στα ελληνικά - μεριά, πλευρά, χαρτόνι, σανίδα, επιτροπή, σκάφους, του σκάφους
- бортик στα ελληνικά - σανίδα, επιβιβάζομαι, κράσπεδο, κρασπεδώ, μαστιγώ, φικάρι, βάρδουλου
Τυχαίες λέξεις
Борсук στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασβός, παρενοχλώ, ασβού, badger, ασβών, ασβό
Μεταφράσεις: ασβός, παρενοχλώ, ασβού, badger, ασβών, ασβό